Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!
ΕΙΔΗΣΕΙΣ
ShareThis

Ο Αριστερόχειρας

ΝΕΑ | 20-07-2015 13:13



Αν και αριστερόχειρας, ο Μπίλι «The Great» Χόουπ έχει κατακτήσει την κορυφή της κατηγορίας ελαφριών βαρέων βαρών στο αμερικανικό πρωτάθλημα πυγμαχίας, χάρη κυρίως στην χαρακτηριστική επιθετική κίνηση ‘southpaw’, και μοιάζει να τα έχει όλα: μία εντυπωσιακή καριέρα, μια υπέροχη οικογένεια, και έναν υπερπολυτελή τρόπο ζωής.

Η ιδανική ζωή του, όμως, καταρρέει όταν ένα τραγικό συμβάν τον βυθίσει στον εθισμό του στο αλκοόλ και του στοιχίσει την καριέρα του, αλλά και την κηδεμονία της κόρης του. Εκεί που όλα μοιάζουν χαμένα, ένας πρώην μποξέρ, ιδιοκτήτης πλέον ενός φτωχικού συνοικιακού γυμναστηρίου, τον παίρνει υπό την προστασία του και τον βοηθά να βρει πάλι τον δρόμο του προς την κορυφή.

Αντιμέτωπος με την δυσκολότερη μάχη της ζωής του, ο Μπίλι θα πρέπει να κυριεύσει τους δαίμονές του και να μάθει ότι μερικές φορές ο μεγαλύτερος αντίπαλός σου είναι ο εαυτός σου…

Λίγα λόγια για την ταινία

Η αγάπη για την πυγμαχία δεν είναι αυτό που έπεισε τον Τζέικ Τζίλενχαλ να αναλάβει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του «Αριστερόχειρα» - στην πραγματικότητα ο υποψήφιος για Όσκαρ ηθοποιός δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με το άθλημα πριν την συγκεκριμένη ταινία, η πυρετώδης προετοιμασία για την οποία τον μετέτρεψε τελικά σε πιστό οπαδό του σπορ. Αυτό που τον έπεισε ήταν το όνομα του σκηνοθέτη Αντουάν Φουκουά («Ημέρα Εκπαίδευσης», «The Equalizer», «Ο Όλυμπος Έπεσε»), με τον οποίο εδώ και χρόνια συζητούσαν το ενδεχόμενο συνεργασίας τους.

Ο Φουκουά, ο οποίος είναι αφοσιωμένος μποξέρ και προπονείται καθημερινά, ήταν εξαρχής αποφασισμένος να μην σκηνοθετήσει απλώς ακόμη μία ταινία για το μποξ. Έτσι, αναζητούσε έναν ηθοποιό έτοιμο να εισχωρήσει τόσο πειστικά στον κόσμο της πυγμαχίας έτσι ώστε να μην χρησιμοποιηθεί καθόλου αντικαταστάτης για τις σκηνές μποξ, μηδαμινά ειδικά εφέ και ελάχιστο μοντάζ. «Ο λόγος που επιλέγω κάποιους ρόλους είναι επειδή αμφιβάλλω αρχικά για το αν μπορώ να τους υποδυθώ», εξηγεί ο Τζίλενχαλ σχετικά με την πρόκληση του ρόλου. «Ο Αντουάν πίστευε σε μένα για χρόνια και έπειτα πείστηκε ότι μπορώ να το κάνω. Αυτή η πίστη σε βοηθά να κάνεις ό, τι καλύτερο».

Βέβαια, ο ρόλος του Μπίλι αρχικά προοριζόταν για έναν πολύ διαφορετικό ηθοποιό: τον χιπ χοπ τραγουδιστή Μάρσαλ Μάδερς, περισσότερο γνωστό ως Έμινεμ. Η ομάδα του διάσημου ράπερ προσέγγισε τον σεναριογράφο Κερτ Σάτερ πριν τρία χρόνια, για να συζητήσουν το ενδεχόμενο να δρομολογηθεί το ριμέικ της κλασικής ταινίας μποξ «The Champ», με πρωταγωνιστή αυτή τη φορά τον Έμινεμ. Ο Σάτερ, όμως, θέλησε να γράψει μια νέα ιστορία: «Προσπάθησα να μην μιμηθώ μια προϋπάρχουσα ιστορία και τους πρότεινα να μιλήσω για την ζωή του Έμινεμ μέσα από την αλληγορία του μποξ». Έτσι, ο Σάτερ εμπνεύστηκε τον κατήφορο του Μπίλι από τις πραγματικές δυσκολίες του Έμινεμ μετά τον θάνατο του καλύτερού του φίλου, Προυφ, ενώ η στενή σχέση του με την κόρη του σχημάτισε την βασική θεματική της ταινίας, δηλαδή το να είσαι ένας σωστός πατέρας.

Ο Έμινεμ τελικά απομακρύνθηκε από το πρότζεκτ για να επικεντρωθεί στο καινούριο του άλμπουμ, αλλά παραμένει συνδεδεμένος με την ταινία, ως παραγωγός αλλά και τραγουδιστής του βασικού τραγουδιού του επίσημου σάουντρακ, με τίτλο «Phenomenal», ενώ ο καλός του φίλος, 50 Cent, υποδύεται τον μάνατζερ του πρωταγωνιστή. Ο Έμινεμ, μάλιστα, ήταν ο πρώτος που είδε την ταινία μόλις ολοκληρώθηκε: «Θεώρησα ότι έπρεπε να την δει πρώτος», παραδέχεται ο Φουκουά, «αφού είναι κάποιος που έχει περάσει τις δικές του σκοτεινές στιγμές. Αν έβγαινε από την αίθουσα ευχαριστημένος, τότε ήξερα ότι είχα κάνει την δουλειά μου καλά».

Ο Σάτερ, ο Φουκουά και ο Τζίλενχαλ συμφώνησαν ότι ο στόχος είναι να δημιουργήσουν μια ταινία που ήταν ταυτόχρονα μια ρεαλιστική ωδή στο άθλημα αλλά και μια πολύπλοκη ιστορία που μιλά για προσωπικές και οικογενειακές δυσκολίες. «Αυτό που με ιντρίγκαρε από την αρχή», λέει ο Τζίλενχαλ, «είναι το ότι ο Μπίλι έχει επιβιώσει χρησιμοποιώντας τον θυμό του: έχει κάνει καριέρα με αυτόν, έχει πετύχει χάρη σε αυτόν, έχει βγάλει λεφτά χάρη σε αυτόν. Όμως ο θυμός αυτός μπορεί εμμέσως να σε καταστρέψει. Τελικά, για μένα, είναι η ιστορία ενός άνδρα που μαθαίνει να χειρίζεται τον ίδιο του τον θυμό, καθώς και το τι σημαίνει να είσαι πατέρας». «Δεν είναι όμως η ιστορία ενός μόνο άνδρα», συμπληρώνει ο Σάτερ. «Είναι μια αναγνωρίσιμη ιστορία για την εξιλέωση, το να ξεπερνάς τα εμπόδια και τους προσωπικούς σου δαίμονες, το να μάθεις να βάζεις τους άλλους πάνω από τον εαυτό σου».

Δεδομένης της λαμπρής παράδοσης των ταινιών μποξ, μεγάλη ήταν και η πρόκληση ο «Αριστερόχειρας» να απομακρυνθεί από τα κλισέ του είδους και να κινηθεί σε μια διαφορετική, άκρως ρεαλιστική κατεύθυνση. Έτσι, οι συντελεστές απευθύνθηκαν στον θρυλικό πυγμάχο Τέρι Κλέιμπον, που ως αθλητής κέρδισε τρία πρωταθλήματα και αποσύρθηκε χωρίς ούτε μία ήττα στο όνομά του. Μετά την λήξη της καριέρας του ως μποξέρ, ο Κλέιμπον έχει προπονήσει μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του Χόλιγουντ, ενώ για πρώτη φορά συνεργάστηκε με τον Φουκουά στην πολυβραβευμένη «Ημέρα Εκπαίδευσης». «Η διαφορά του Αντουάν από τους υπόλοιπους», δηλώνει ο Κλέιμπον, «είναι ότι εκείνος γνωρίζει πυγμαχία. Έχει βρεθεί στο ρινγκ, έχει πάρει μέρος σε αγώνες. Αν δει κάτι που δεν μοιάζει αληθινό, το αντιλαμβάνεται αμέσως».

Ο Φουκουά και ο Τζίλενχαλ θέλησαν να χτίσουν έναν πειστικό, ρεαλιστικό πυγμάχο μέσα από μια μακρά περίοδο εξαντλητικής δουλειάς. Επέλεξαν να προπονηθούν μαζί κάθε μέρα, υπό την εποπτεία του Κλέιμπον, ο οποίος τους ακολούθησε παντού για έξι συνολικά μήνες για να τους διδάξει τα πάντα σχετικά με την τεχνική, την φυσική κατάσταση και την ψυχολογία ενός πυγμάχου. Τους μήνες αυτούς, προπονούνταν δύο φορές τη μέρα, ένα ταξίδι που λίγοι σκηνοθέτες θα επιχειρούσαν μαζί με τον πρωταγωνιστή τους: «Ήταν καταπληκτικό το ότι είχα μαζί μου τον Αντουάν σε αυτό», τονίζει ο Τζίλενχαλ. «Το κοινό κίνητρο μάς έσπρωχνε και τους δύο, και νομίζω η ενέργεια αυτή υπάρχει στην ίδια την ταινία. Κάθε μέρα, ξεκινούσαμε με τρέξιμο από τέσσερα ως δεκαέξι χιλιόμετρα, έπειτα για έξι ώρες κάναμε διάφορες ασκήσεις τεχνικής ή ενδυνάμωσης. Ήταν έξι μήνες εντατικότατης εξάσκησης και εκμάθησης του αθλήματος».

Πέρα από την ακραία σωματική προετοιμασία, η ομάδα αφιέρωσε εκατοντάδες ώρες μελέτης των καλύτερων αθλητών και αγώνων, έτσι ώστε να ζωντανέψουν με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια τον Μπίλι και την καθημερινότητά του. «Το σώμα θα λειτουργήσει μόνο όσο το υποστηρίζει το μυαλό», λέει ο Τζίλενχαλ. «Στην πραγματικότητα, δεν έκανα τίποτα άλλο, δεν είχα άλλες κοινωνικές επαφές πέρα από αυτές που είχαν σχέση με το μποξ». Η προσέγγιση αυτή ταιριάζει με την ευρύτερη νοοτροπία του, που τον θέλει να βυθίζεται στον κόσμο του εκάστοτε ρόλου. «Μετά από λίγο, απορροφάς την ενέργεια του κόσμου στον οποίο τοποθετείς τον εαυτό σου», εξηγεί. «Μου αρέσει όταν έρχεται η στιγμή που οι αντιδράσεις για έναν χαρακτήρα μού έρχονται αυθόρμητα, ασυνείδητα. Όταν μπεις στον κόσμο ενός χαρακτήρα, τον μεταφέρεις μέσα σου. Και στην περίπτωση του Μπίλι, ήταν μονόδρομος».

Ο Κλέιμπον δούλεψε και με τον Φόρεστ Ουίτακερ για να αναπτύξει ο τελευταίος τον ρόλο του Τικ Ουίλις, του ταπεινού αλλά και σκληρού προπονητή που αναλαμβάνει την επιστροφή του Μπίλι στο ρινγκ. Για τον Μπίλι, ο Τικ γίνεται πρότυπο για το πώς να γίνει ένας πιο υπομονετικός μαχητής, ανθεκτικός στην ίδια του την οργή, ικανός στην άμυνα και υπεύθυνος για τις κινήσεις του. «Η δουλειά με τον Φόρεστ ήταν πολύ διαφορετική», εξηγεί ο Κλέιμπον. «Ο Φόρεστ γνωρίζει πολεμικές τέχνες αλλά διαφορετικά στιλ, οπότε έπρεπε να προσαρμοστεί γρήγορα. Είδε αγώνες, μελέτησε το παιχνίδι και έμαθε πολλά για να χτίσει τον χαρακτήρα του».

Για την ΜακΆνταμς, η διαδικασία μελέτης του αθλήματος βοήθησε στην δημιουργία ενός χαρακτήρα που ζει τους αγώνες μέσα από τον σύζυγό της. Όπως εξηγεί ο Φουκουά, «η Ρέιτσελ ήθελε να νιώσει και να συνειδητοποιήσει τι περνάει ένας μποξέρ για να μπορέσει να καταλάβει καλύτερα τον χαρακτήρα του Τζέικ, και προπονήθηκε στην πυγμαχία για να το αισθανθεί πραγματικά».

Οι τρεις αγώνες που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της ταινίας γυρίστηκαν μαζί, στην αρχή των γυρισμάτων που συνολικά διήρκησαν 40 μέρες. Για να πετύχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πιστότητα, ο Φουκουά κάλεσε δύο αναγνωρισμένους καμεραμέν του καναλιού HBO Boxing για να κινηματογραφήσουν τα ματς, τα οποία χορογραφήθηκαν με στόχο την απόλυτη αυθεντικότητα στην αίσθηση που αφήνουν στον θεατή. «Θυμάμαι ότι κάποια στιγμή είπα στον Τζέικ ότι θα τραβήξουμε κάθε στιγμή, οπότε αν αισθανόταν κουρασμένος ή λιποθυμούσε, θα το είχαμε σαν υλικό», λέει ο Φουκουά. «Και είπα στον διευθυντή φωτογραφίας ότι δεν θα επανατοποθετούσε τον φωτισμό – αυτό δεν το κάνουν στους αγώνες στο MadisonSquareGarden ή το Λας Βέγκας». Μερικές από τις κάμερες τοποθετήθηκαν όπως στις τηλεοπτικές μεταδόσεις των αγώνων (οι υπόλοιπες ανέλαβαν τα κοντινά ή πιο στιλιζαρισμένα πλάνα που θα συμπλήρωναν το υλικό), ενώ τα γυρίσματα έγιναν σε τρίλεπτους γύρους, όπως ακριβώς στους ίδιους τους αγώνες.

Όλοι ήταν απόλυτα αφοσιωμένοι σε έναν στόχο: να συλλάβουν την μοναδική ατμόσφαιρα των αγώνων, μέσα και έξω από το ρινγκ. «Υπάρχει πραγματικό ζήτημα ζωής ή θανάτου όταν μπαίνεις στο ρινγκ, που δεν μοιάζει σε κανένα άλλο άθλημα ή στη κοινωνία γενικότερα, με εξαίρεση του στρατού», λέει ο Τζίλενχαλ. «Νομίζω ότι αυτό είναι μια πολύ όμορφη αλληγορία για την ίδια τη ζωή, ότι μπαίνεις στο ρινγκ μόνος, βγαίνεις από αυτό μόνος και το ενδιάμεσο ταξίδι είναι δικό σου. Βρίσκω πολύ συγκινητικό τον συνδυασμό δύναμης, προετοιμασίας, πειθαρχίας και ικανότητας που χρειάζεται για έναν αγώνα πυγμαχίας». «Οι αθλητές είναι οι πιο ευάλωτοι όλων των αθλητών», συμπληρώνει ο σκηνοθέτης του, «γιατί αφήνουν ένα κομμάτι από τον εαυτό τους στο ρινγκ κάθε φορά που μπαίνουν σε αυτό».



Βίντεο:

Επιστροφή

Νέο App του Summer Cinemas

Κατεβάστε το στις φορητές συσκευές σας για άμεση ενημέρωση και αγορά εισιτηρίων προσφοράς.

qr-gplay qr-appst
icon-gplay icon-appstore